Άρθρο στην Απογευματινή, 17.12.2024
Σε άρθρο μου με αφορμή τη συμπλήρωση 50 ετών από την ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας, είχα αναφέρει μεταξύ άλλων, ως εγγενές συστατικό στοιχείο ενός εκ των ιστορικότερων πολιτικών σχηματισμών της χώρας μας, το έντονο λαϊκό πρόσημο της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο την μετατρέπει σε ένα αληθινό κόμμα των πολλών.
Τα εγκαίνια του μετρό της Θεσσαλονίκης, από αυτή την Κυβέρνηση, την Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, επιβεβαίωσαν με τον πιο εμφατικό τρόπο, ακριβώς αυτό, ότι η κύρια μεταρρυθμιστική φιλοσοφία της, διαπνέεται στο σύνολο της, από ένα βαθύ, ειλικρινές κοινωνικό αποτύπωμα.
Με την αποτελεσματικότητα που την διακρίνει λοιπόν, δεν παρέδωσε μόνο σε ένα μεγάλο μητροπολιτικό κέντρο, το δεύτερο μεγαλύτερο της χώρας, ένα υπερσύγχρονο κοινωνικό μέσο μεταφοράς, ίσως ένα από τα ομορφότερα στην Ευρώπη, αλλά κατάφερε να αξιοποιήσει εκείνα που πολλοί ιδεοληπτικά θεωρούσαν εμπόδια, μετατρέποντας τα με σεβασμό σε κοινωνική, αληθινά λαϊκή μεταρρύθμιση.
Η αρχαία πόλη, που ζούσε παράλληλα με τη σύγχρονη Θεσσαλονίκη, για αιώνες, στα έγκατα της, αποτέλεσε άλλωστε, εντελώς υπεροπτικά και αντιλαϊκά, το κύριο επιχείρημα, όσων δεν ήθελαν αυτό το κοινωνικό μέσο μεταφοράς να παραδοθεί στους πολίτες.
Η Κυβέρνηση, καταρρίπτοντάς ένα «ανέκδοτο» ετών, όχι απλά το παρέδωσε, αλλά μαζί του, στην ολότητα του, παρέδωσε και ένα μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς, ανεκτίμητης αξίας, διαθέσιμο πια σε όλους.Και αυτό ήταν μια σπουδαία κατάκτηση, μιακατάκτηση συνυφασμένη με μια δικαιοσύνη κοινωνική.
Και πρόκειται για κοινωνική δικαιοσύνη ακριβώς επειδή το μετρό, είναι ένα βαθιά, ταυτοτικά, κοινωνικό μέσο μαζικής μετακίνησης. Ένα μέσο που απευθύνεται στον κόσμο της δουλειάς, στους ανθρώπους του μόχθου και της βιοπάλης, καλυτερεύοντας τη ζωή τους πρακτικά και όχι με ευχολόγια.
Είναι οι ίδιοι άνθρωποι, οι οποίοι καθημερινά, θα μπορούν πλέον, μαζί με ασφαλείς σύγχρονες μετακινήσεις, να νιώθουν το δέος της αρχαίας πόλης που ζούσε πάντα μαζί τους, της αρχαίας δικής τους πόλης, η οποία ανήκει σε όλους και ίσως περισσότερο σε εκείνους.
Και τους ανήκει πλέον πρακτικά, γιατί ακόμη και εκείνοι που η ισορροπία καθημερινότητας και υποχρεώσεων δεν τους επιτρέπει την επίσκεψη σε ένα μουσείο ή μια έκθεση, οι οικονομικά ασθενέστεροι και οι λιγότερο «διανοούμενοι» που διέπραξαν το «έγκλημα»να μην είναι οι μοναδικοί «πεφωτισμένοι» της αρχαίας παράδοσης, μπορούν πια να μετέχουν της ημετέρας κληρονομιάς, της δικής τους περήφανης κληρονομιάς, ισότιμα.
Και νομίζω ότι αυτό είναι το ίδιο το πνεύμα του αρχαίου μας πολιτισμού, η ημετέρα παιδεία ,να μην αποτελεί ένα τοτέμ, απρόσιτοκαι αποστειρωμένο, αλλά ανοιχτό σε όλους, το οποίο θα φωτίζει με την ακτινοβολία των ελληνιστικών, ρωμαϊκών και βυζαντινών χρόνων, κάθε πολίτη, μετατρέποντας τον σε κοινωνό, πάντα και πρωτίστως παντού.
Και μετρό και αρχαία λοιπόν και κυρίωςπολιτικές για τους πολλούς, όχι μόνο ως εκπλήρωση ηθικής υποχρέωσης, αλλά ως πολιτική επιλογή, αυτής της Κυβέρνησης και αυτού του Πρωθυπουργού.